Βιταμίνες. Τι είναι και ποιες είναι
Οι βιταμίνες είναι οργανικές ουσίες που προσλαμβάνονται κυρίως με τις τροφές. Παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του οργανισμού και την επιτέλεση αρκετών βασικών λειτουργιών.
Διακρίνονται σε υδατοδιαλυτές (B, C, P) και λιποδιαλυτές (A, D, E, K), η απορρόφηση των οποίων εξαρτάται από την απορρόφηση των λιπών.
Οι υδατοδιαλυτές βιταμίνες
Βιταμίνες συμπλέγματος Β Πρόκειται για βιταμίνες που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη χημική σύνθεση και τη βιολογική δράση.
Βιταμίνη Β1 (θειαμίνη). Περιέχεται κυρίως στη βύνη, στο γάλα και στα δημητριακά. Συμμετέχει ως συνένζυμο στο μεταβολισμό των υδατανθράκων. Είναι απαραίτητη για τη σύνθεση της ουσίας "ακετυλοχολίνη", της οποίας η έλλειψη συνδέεται με νευρολογικές διαταραχές. Η μακροχρόνια έλλειψη της βιταμίνης Β1 προκαλεί τη νόσο μπέρι-μπέρι.
Βιταμίνη Β2 (ριβοφλαβίνη). Την ακούτε συνήθως στις διαφημίσεις καλλυντικών. Συμμετέχει στις οξειδωτικές αντιδράσεις του κυττάρου. Περιέχεται κυρίως στα πράσινα λαχανικά, το γάλα και το αβγό. Η έλλειψή της εκδηλώνεται με φωτοφοβία, δακρύρροια, γλωσσίτιδα, γωνιακή χειλίτιδα, σμηγματορροϊκή δερματίτιδα κ.ά.
Βιταμίνη Β3 (νιασίνη). Βρίσκεται κυρίως στο γάλα, το κρέας και τα πράσινα λαχανικά. Σε περιπτώσεις έλλειψης εμφανίζεται πελάγρα, η οποία εκδηλώνεται με φωτοευαίσθητο ερύθημα στο πρόσωπο και τα ακάλυπτα μέρη των άκρων, διάρροια, στοματίτιδα, γλωσσίτιδα, κατάθλιψη, αϋπνία και παραλήρημα.
Βιταμίνη Β6 (πυριδοξίνη). Βρίσκεται κυρίως στο γάλα, το κρέας και τα δημητριακά. Αποτελεί συστατικό των συνενζύμων τα οποία συμμετέχουν στο μεταβολισμό των αμινοξέων. Η ανεπάρκειά της προκαλεί στα νεογνά και τα βρέφη ανησυχία, σπασμούς και υπόχρωμη αναιμία, ενώ σε ενήλικους ασθενείς, κατά τη διάρκεια θεραπείας με ισονιαζίδη, περιφερειακή νευρίτιδα. Πρόσφατα χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της υπεροξαλουρίας, με πολύ καλά αποτελέσματα.
Βιταμίνη Β12 (κυανοκοβαλαμίνη). Περιέχεται αποκλειστικά στις ζωικές τροφές. Μετέχει στη σύνθεση των πρωτεϊνών του πυρήνα των κυττάρων. Η αβιταμίνωση Β12 εκδηλώνεται με μεγαλοβλαστική αναιμία και νευρολογική συνδρομή.
Βιταμίνη Β9 (φυλλικό οξύ). Περιέχεται στα μη αποφλοιωμένα δημητριακά, στις ζωικές τροφές και στο μητρικό και αγελαδινό γάλα. Το γάλα της κατσίκας στερείται φυλλικού οξέος και γι' αυτό η αποκλειστική διατροφή βρεφών με γάλα κατσίκας προκαλεί αβιταμίνωση από φυλλικό οξύ. Το φυλλικό οξύ μετέχει στη διαδικασία ωρίμανσης και πολλαπλασιασμού των κυττάρων. Η ανεπάρκεια του φυλλικού οξέος προκαλεί μεγαλοβλαστική αναιμία, που συνοδεύεται από πυρετό, γαστρεντερικές διατραχές και αύξηση των ορίων του ήπατος και του σπλήνα.
Βιταμίνη Η (βιοτίνη). Συντίθεται από την εντερική χλωρίδα και περιέχεται σε μεγάλη ποσότητα στη ζύμη, στα αβγά και στο γάλα της αγελάδας.
Βιταμίνη C (ασκορβικό οξύ). Συμμετέχει σε πολλά ενζυμικά συστήματα και είναι απόλυτα απαραίτητη για το σχηματισμό και τη διατήρηση του κολλαγόνου. Τροφές πλούσιες σε βιταμίνη C είναι τα φρούτα, τα λαχανικά και κυρίως ο χυμός του λεμονιού και του πορτοκαλιού. Καταστρέφεται με το βρασμό. Ο άνθρωπος, σε αντίθεση με όλα τα άλλα θηλαστικά, δεν συνθέτει βιταμίνη C.
Η έλλειψη της βιταμίνης C προκαλεί σκορβούτο, που εμφανίζεται κλινικά με ανησυχία, πετεχιώδες εξάνθημα, υπερτροφία και αιμορραγία των ούλων και υποπεριοστικές αιμορραγίες, κυρίως των κάτω άκρων, που εκδηλώνονται με έντονο πόνο κατά την κίνηση. Οι αιμορραγίες αυτές, οι οποίες αποτελούν το κύριο χαρακτηριστικό της νόσου, οφείλονται στην αδυναμία παραγωγής και διατήρησης του κολλαγόνου του τοιχώματος των τριχοειδών. Η διάγνωση γίνεται από το ιστορικό της διατροφής, την κλινική εικόνα (αιμορραγίες, οστικά άλγη) και τον προσδιορισμό του ασκορβικού οξέος στο αίμα. Η ημερήσια χορήγηση 100-200mg ασκορβικού οξέος αρκεί για τη γρήγορη υποχώρηση των συμπτωμάτων.
Λιποδιαλυτές βιταμίνες
Βιταμίνη Α . Η Βιταμίνη Α αποθηκεύεται στο συκώτι. Προβιταμίνες της βιταμίνης Α είναι οι καρωτίνες α, β, γ και η κυπτοξανθίνη. Η βιταμίνη Α περιέχεται στο γάλα, το βούτυρο, τον κρόκο του αβγού, τα καρότα και τα άλλα λαχανικά. Μετέχει στο σχηματισμό ουσιών που είναι απαραίτητες για την όραση στο ημίφως, καθώς και στην οστέωση και την οδοντοφυΐα. Η αβιταμίνωση Α είναι δυνατόν να προκληθεί από ανεπαρκή πρόσληψη βιταμίνης D, καθώς και από τη μη κατανάλωση τροφών που περιέχουν μεγάλη ποσότητα ασβεστίου, όπως το γάλα και τα προϊόντα του.
Βιταμίνη Ε. Κύρια πηγή της βιταμίνης Ε είναι τα φυτικά λίπη. Οι ημερήσιες ανάγκες για τον άνθρωπο δεν είναι γνωστές με ακρίβεια. Σε βρέφη μικρού βάρους γέννησης έχει περιγραφεί αιμολυτική αναιμία, που αναστέλλεται με τη χορήγηση βιταμίνης Ε. Τελευταία χρησιμοποιείται για την πρόληψη της νόσου οπισθοφακικής ινοπλασίας των προώρων, καθώς και για την πρόληψη εγκεφαλικών αιμορραγιών σε πρόωρα με πολύ μικρό βάρος γέννησης.
Βιταμίνη Κ. Υπάρχουν δύο είδη της βιταμίνης Κ: η Κ1, η οποία βρίσκεται κυρίως στα πράσινα λαχανικά, και η Κ2, η οποία συντίθεται από την εντερική χλωρίδα. Σε περιπτώσεις σοβαρής έλλειψης βιταμίνης Κ, εκδηλώνονται αιμορραγίες σε διάφορα ενδοκοιλιακά όργανα, στον εγκέφαλο κ.ά. Ανεπάρκεια της βιταμίνης Κ μπορεί επίσης να αναπτυχθεί μετά τη νεογνική ηλικία σε περιπτώσεις κακής απορρόφησης του λίπους, όπως στον αποφρακτικό ίκτερο, καθώς και σε περιπτώσεις καταστροφής της εντερικής χλωρίδας, που μπορεί να συμβεί έπειτα από παρατεταμένη χρήση αντιβιοτικών.
|